• Αρχική
  • Το Έργο
  • Βιογραφικό
  • Έχουν γράψει
  • Επικοινωνία
  • en
  • Αρχική
  • Το Έργο
  • Βιογραφικό
  • Έχουν γράψει
  • Επικοινωνία
  • en

5. ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΑΚΗ

Από τον κατάλογο της έκθεσης που έγινε στο Καλλιτεχνικό Πνευματικό κέντρο «ΩΡΑ» το 1992
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΧΑΤΖΑΚΗ

Είναι δύσκολο και επικίνδυνο συγχρόνως να επιχειρεί ο ιστορικός της τέχνης τη μεταγραφή αρχών του οπτικού κώδικα σε γραπτό λόγο. Γιατί, καθώς η ζωγραφική είναι ενστικτώδης ενέργεια και η ερμηνεία των ενστίκτων είναι προβληματική, η συζήτηση για τη ζωγραφική καταλήγει σε αδιέξοδο. Ο Marcel Duchamp υπογραμμίζει : «Στη δημιουργική του δραστηριότητα ο καλλιτέχνης προχωράει από την πρόθεση στην πραγματοποίηση με μια αλυσίδα από εντελώς υποκειμενικές αντιδράσεις. Ο αγώνας του για την πραγματοποίηση του έργου είναι μια σειρά από προσπάθειες, πόνους, ικανοποιήσεις, απορρίψεις, αποφάσεις, οι οποίες δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι τελείως συνειδητές, τουλάχιστον στο αισθητικό επίπεδο… Όταν δουλεύει, όλες του οι αποφάσεις στηρίζονται αποκλειστικά στη διαίσθηση και δε γίνεται να μεταφερθούν σε μια προφορική ή γραπτή ψυχανάλυση, δε γίνεται καν να υπάρξουν στη σκέψη του…» (αναφέρεται στο βιβλίο του David Silvester (μτφρ. Σπ. Παντελάκης), Η ωμότητα των πραγμάτων-Συζητήσεις με τον Francis Bacon, εκδ. ’γρα, Αθήνα 1988 σ. 104-105).
Παρόλες όμως τις αναστολές, επειδή ο λόγος, γραπτός ή προφορικός, έχει καθιερωθεί ως ο συνηθέστερος κώδικας επικοινωνίας, θα τολμήσω και πάλι να εκφραστώ με λέξεις για τις εικόνες του Χατζάκη, αφού προηγουμένως επισημάνω δύο στοιχεία.
Το πρώτο σχετίζεται με το πρόβλημα της ερμηνείας των έργων που πηγάζει από τις εξαιρετικά πολύπλοκες διεργασίες παραγωγής τους : «Το έργο τέχνης δεν είναι καθρέφτης που αντανακλά την πραγματικότητα. Είναι μια κατασκευή που χρησιμοποιεί σημαίνοντα στοιχεία από την πραγματικότητα έτσι ώστε η σύνθεσή τους να παραπέμπει σε αναγνωρίσιμους κώδικες επικοινωνίας. Η σημερινή προσέγγιση του έργου τέχνης μέσα από την οπτική της ψυχανάλυσης, της σημειολογίας και της κοινωνιολογίας αναδεικνύει την πολυπλοκότητα των καλλιτεχνικών κωδίκων και επιτρέπει την ανάγνωση των στοιχείων που συνθέτουν ένα έργο, ως πολύ περισσότερο από το άθροισμά τους» (Χρ. Ιγγλέση-Έφη Αβδελά, ‘’Φεμινιστικές προσεγγίσεις στην Ιστορία της Τέχνης’’, περ. Δίνη, 5, 1989, σ.75. Ο ορισμός είναι της Elaine Showalter, ‘’Feminist Criticism, Randam Hall and Cousor, Νέα Υόρκη 1985).
Το δεύτερο στοιχείο που σημαδεύει τη συγγραφή αυτού του σημειώματος είναι η ζωγραφική και οι σκέψεις του πρόσφατα χαμένου Francis Bacon, οι οποίες σημασιοδοτούν το διάλογό μου με τα έργα του Γιώργου Χατζάκη.
Συχνά ανακαλύπτω με έκπληξη ότι απόψεις του Bacon, ίσως εξαιτίας μιας εκλεκτικής συγγένειας, σχολιάζουν με τον καταλληλότερο τρόπο τη ζωγραφική του Χατζάκη: Αν αγαπάς πολύ τη ζωή, τότε η σκιά της, δηλ. ο θάνατος, σε ακολουθεί πάντα. Δεν είναι παρά η αντίθετη πλευρά του νομίσματος» (David Silvester,ό.π., σ. 78. σχετικά με τον Bacon βλ. επίσης ‘’Ένας δημιουργός εικόνων-Φράνσις Μπέικον’’, Ο ιός της Κυριακής στο Ε της Ελευθεροτυπίας, 17 Μαϊου’92). Η εμμονή του Χατζάκη στη ζωή εκφράζεται με την κυρίαρχη παρουσία στο έργο του της ανθρώπινης μορφής. Κατά καιρούς, βέβαια, πειραματίζεται σε ένα ιδιόμορφο είδος τοπιογραφίας που και αυτό όμως αντανακλά, έστω και αρνητικά την ανθρώπινη παρουσία.
Η εικονογραφική αφετηρία της ζωγραφικής του Χατζάκη ανιχνεύεται στην τέχνη του παρελθόντος, σε επιτύμβια ανάγλυφα της κλασικής Αρχαιότητας, σε μεγάλες θρησκευτικές συνθέσεις του Βυζαντίου και των χρόνων της Τουρκοκρατίας, αλλά η μεταγραφή τους από τον καλλιτέχνη δημιουργεί νέες εικόνες που δεν έχουν παρά δυσδιάκριτη σχέση με τα αρχικά τους πρότυπα. Αρχαίοι ήρωες και βυζαντινοί άγιοι συνυπάρχουν με σύγχρονους αγωνιστές άφθαστων ιδανικών και όλοι μαζί, με τα διάσημα της υπερκόσμιας ομορφιάς τους, της αγιοσύνης και του μαρτυρίου τους, απαρτίζουν έναν τραγικό χορό μαρτύρων των οποίων η θυσία δεν άλλαξε τη μοίρα του κόσμου.
Αν ο καλλιτέχνης χρησιμοποιεί γνωστούς εικονογραφικούς κώδικες είναι γιατί με τη βοήθεια της ιστορικής και αισθητικής μνήμης αναπτύσσει πολυσήμαντους μηχανισμούς καταγραφής των προσωπικών του βιωμάτων και σχολιασμού της σύγχρονης πραγματικότητας. Συνηθίζει να δουλεύει σε σειρές – Κορμοί, Αγιογραφίες, Νεομάρτυρες – γιατί είναι δύσκολο να συμπυκνώσει σε μια και μόνο εικόνα όλες τις εικόνες που θέλει να φτιάξει· έτσι η μια εικόνα δίπλα στην άλλη εκφράζει πληρέστερα ό,τι επιδιώκει.
Στην τελευταία του σειρά, που ο ίδιος ονομάζει Ανθρωπο-γραφίες εφαρμόζει μια ιδιότυπη τεχνική, η οποία συνίσταται στην αποτύπωση μορφών πάνω στο μουσαμά όταν αυτός πιέζεται πάνω σε ανάγλυφη πλάκα όπου υπάρχουν έκτυπες οι μορφές. Η αίσθηση του αντίστροφου αυτού ‘’χαρακτικού’’ ενισχύεται από την κυρίαρχη αντίθεση άσπρου-μαύρου.
Το σύνολο των τυπολογικών και μορφολογικών στοιχείων του πίνακα επιδέχεται και μια δεύτερη ανάγνωση, με έντονα συμβολικό χαρακτήρα. Οι ανθρώπινες μορφές που συνωστίζονται σχεδόν πανομοιότυπες η μια δίπλα στην άλλη με την επανάληψή τους πείθουν για τη διάρκεια και τη επιβίωση του ανθρωπίνου γένους. Η απουσία όμως χρώματος είναι και η απουσία της χαράς, της ελπίδας, ενώ τα ελάχιστα κόκκινα λειτουργούν σαν αιμάτινες διαδρομές ζωής και θανάτου ταυτόχρονα. Η ζοφερή ατμόσφαιρα και η μετεωριζόμενη ανησυχία επιτείνεται από το πλαίσιο που όταν παραμένει λευκό συντελεί στο να αιωρείται αισθητικά η παράσταση στο κενό και όταν παίρνει το χρώμα του βαθυπράσινου ή μαύρου –ανάμνηση του κυπαρισσιού των νεκροταφείων- μεταβάλλεται σε σκιά θανάτου.
Ο πίνακας παίρνει τη μορφή παλίμψηστου, μιας παλιωμένης εικόνας που οι μεταγενέστεροι έξυσαν και ξαναχρησιμοποίησαν, αφήνοντας, πάνω στα παλιά, τα δικά τους μηνύματα. Πάνω στην επιφάνεια εμφανίζονται γράμματα που δε σχηματίζουν λέξεις, αποσπάσματα από κείμενα χωρίς νόημα, αριθμοί που δεν έχουν σχέση μεταξύ τους, γνώση χωρίς περιεχόμενο που καθιστά αδύνατη την επικοινωνία· τα βέλη κρατούν την αμφίσημη έννοια να κατευθύνουν και να πληγώνουν και οι κυματοειδείς γραμμές τέμνουν ή ενώνουν διαφορετικά στοιχεία. Το τυχαίο είναι αναπάντεχο αλλά και καθοριστικό, ενώ μια ακατανόητη και παράλογη δύναμη εξουσιάζει και κατευθύνει τον άνθρωπο πέρα από τη βούλησή του.
Τα στοιχεία, λοιπόν, που συνθέτουν τη ζωή: το τυχαίο, το παράλογο, η φθορά, συνιστούν το βασικό και θεμελιακό ζητούμενο της ζωγραφικής του Χατζάκη. Επιμένει ιδιαίτερα στη φθορά που παίρνει τη μορφή αναπότρεπτης μοίρας. Η φθορά της ζωγραφικής ύλης είναι η φθορά ιδανικών, η διάλυση αξιών και συμβόλων άλλων εποχών καταξιωμένων στη συνείδηση του καλλιτέχνη. Τώρα που η Ειρήνη, η Δικαιοσύνη και η Ελευθερία είναι λέξεις κενές και καταστροφές απρόβλεπτες από τα πυρηνικά όπλα και τη μόλυνση του περιβάλλοντος απειλούν εφιαλτικά τον άνθρωπο, ο Χατζάκης καταφεύγει σε άλλους κόσμους και εποχές όπου δεν υπήρχαν αυτοί οι κίνδυνοι και τους θεωρεί ως τον απολεσθέντα παράδεισο.
Στα τέλη του 20ου αι. ο καλλιτέχνης με το έργο του παίζει το ρόλο του πνευματικού διαμεσολαβητή, ο οποίος αναζητεί το δρόμο για την κάθαρση μέσα από τον λαβύρινθο που βρίσκεται πέραν του χρόνου και του χώρου τούτου. Και πάλι κατά τον Bacon, «δεν εικονογραφεί την πραγματικότητα, αλλά δημιουργεί εικόνες που είναι συμπύκνωση της πραγματικότητας και στενογράφημα της αίσθησης».

Ιούνιος 1992

Ευθυμία Γεωργιάδου-Κούντουρα
Επ. καθηγήτρια της Ιστορίας της Τέχνης
Στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης

copyright 2005 © Γιώργος Χατζάκης
Powered by Thanasis Koutos